Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2016

ΟΡΤΣΑ!



Θα μπορούσε να είναι μία χαριτωμένη ιστορία πολιτικής φαντασίας, αλλά επειδή αυτή η συγκεκριμένη διαθέτει μεγάλο περίσσευμα θράσους, παύει να είναι διασκεδαστική και ευφρόσυνη. Περί ποίας ο λόγος; Να έχει η ΟΝΝΕΔ υπεύθυνο τομεάρχη στον Πολιτισμό! Η ΟΝΝΕΔ, ρε πούστη μου! Που τα στελέχη και τα μέλη της, πού τα χάνεις πού τα βρίσκεις, ή στα σκυλάδικα και τους Σεφερλήδες ή (στην καλύτερη) να ασκούνται λογοτεχνικά με τις γραφές της Δημουλίδου και της Μαντά!

Αυτός, που λέτε, ο υπεύθυνος (κάποιος Αλέξανδρος Μίχας που στο προσωπικό του λογαριασμό στο twitter, αυτο-περιγράφεται ως: Στον ανελεύθερό μου χρόνο, δικηγόρος (DUTH Law School), blogger, καναλάρχης (YooRadio), Τομεάρχης Πολιτισμού ΟΝΝΕΔ. Γενικώς εστέτ.), τολμάει και ασκεί κριτική επί του χειμερινού ρεπερτορίου του Θεάτρου Τέχνης, κομίζοντας στον δημόσιο λόγο όλη την ελαφρότητα και το υφάκι της νεοελληνικής ημιμάθειας!

Αφορμή για την απρόσμενη πολιτική και πολιτιστική του παρέμβαση, στάθηκε το γεγονός ότι το Θέατρο Τέχνης τόλμησε (άκουσον-άκουσον) να συμπεριλάβει στο φετινό του πρόγραμμα ένα έργο που έγραψε ο γνωστός μπλόγκερ Pitsirikos! Διότι, κατά πώς διατείνεται ο φωστήρας της ΟΝΝΕΔ, ο εν λόγω συγγραφέας δεν είναι συμβατός με τον χώρο του Θεάτρου Τέχνης καθότι το έργο του δεν ταιριάζει με την εναλλακτική οπτική της ιστορικής σκηνής! Και το πιο… ευφάνταστο; Ουδέποτε αμφισβήτησε γόνιμα την «καλλιτεχνική ορθοδοξία», αλλά, αντίθετα, την απέρριψε με το βλέμμα στραμμένο προς τα πίσω

Δεν γνωρίζω πόσο μπροστά ατενίζει το βλέμμα του τομεάρχη της ΟΝΝΕΔ επί των καλλιτεχνικών (μόνο να υποψιαστώ μπορώ), έχω την αίσθηση όμως ότι το όλο του πόνημα σκοπεύει σε ένα και μόνο πράγμα: να πείσει το κοινό του Θεάτρου Τέχνης να μην παραστεί σε καμία (τονίζω: σε καμία) από τις χειμερινές του παραστάσεις, ένεκα της συνεργασίας του με τον Pitsiriko! Διά του λόγου το αληθές, ιδού και η προτροπή:

Ο Πιτσιρίκος ποτέ δεν αναζήτησε το «εμείς»· αντίθετα, δίχασε, μίσησε, γκρέμισε. Το Θέατρο Τέχνης έχει κάθε δικαίωμα να αξιολογήσει καλλιτεχνικά και ηθικά το έργο κάθε Πιτσιρίκου και να το ανεβάσει ή όχι. Ταυτόχρονα, όμως, το κοινό του Θεάτρου Τέχνης έχει δικαίωμα να αξιολογήσει αυτές τις επιλογές, να τις επιδοκιμάσει ή να τις αποδοκιμάσει. Αυτό το κοινό χτυπήθηκε βίαια από τον Πιτσιρίκο και τους οπαδούς του. Βεβαίως, έχει το ηθικό ανάστημα να μην ανταποδώσει. Έχει, όμως, και την αξιοπρέπεια να απόσχει, όταν ο ίδιος ο θεσμός δεν συμβαδίζει με όσα το Θέατρο Τέχνης έχει καθιερώσει στη δημόσια σφαίρα. Μακάρι το πρόγραμμα του Θεάτρου Τέχνης για τη θεατρική σεζόν 20172018 να περιλαμβάνει εξίσου αξιόλογες παραστάσεις με αυτές που θα χάσουμε φέτος — ιδανικά, αν θέλει να απαλύνει τον πόνο μας, μακάρι να τις επαναλάβει.

Επί της ουσίας; Τα γιούχα και οι πρόγκες του Παναγιώταρου και των Χρυσαυγιτών έξω από το θέατρο Χυτήριο αντικαθίστανται σήμερα με τους καθωσπρεπισμούς της φιλελεύθερης λογοκρισίας και των σικάτων αποκλεισμών. Οι χυδαιότητες και οι τραμπουκισμοί των σκοταδιστών και των νεοναζί με τον χύδην πολιτισμό της κοσμοπολίτικης πλέμπας. Συγχωρέστε με, αλλά θα το πω: φοβάμαι πολύ περισσότερο τους «θεωρητικούς» από τους τραμπούκους. Γι’ αυτό και τους θεωρώ πολύ πιο επικίνδυνους.

Κλείνοντας, μερικές (χρήσιμες και ωφέλιμες) παρατηρήσεις επί των επιχειρημάτων που προσπαθεί (ανερυθρίαστα) να αρθρώσει ο αδαής… εκπολιτιστής.

Πρώτον: ιστορικά, το ρεπερτόριο που ανέδειξε το Θέατρο Τέχνης σε πρωτοπόρα κυψέλη δημιουργίας βασίστηκε μεν στα έργα του Πιραντέλο, του Στρίντμπεργκ, του Ανούιγ, του Ουίλλιαμς, του Μπρεχτ (με τα οποία ελάχιστη σχέση και επαφή είχαν οι πολιτικοί πρόγονοι του τομεάρχη), αλλά εκείνα που «έλαμψαν» στις δύσκολες και ταραγμένες εποχές ήταν τα σπουδαία έργα των ελλήνων συγγραφέων της μεταπολεμικής γενιάς. Πάει να πει του Σεβαστίκογλου, του Καμπανέλλη, του Σκούρτη, της Αναγνωστάκη, του Κεχαΐδη, της Χαβιαρά, του Ευθυμιάδη… Αυτό ως μια «ιστορική διόρθωση» στην «αρπαχτή» αναφορά του στον Ίψεν, τον Τσέχωφ και τον… Τσίρκα!

Δεύτερον: άσχετος γαρ, παρεμβάλει μέσα στο «άλλα ντ’ άλλα» σκεπτικό του το Βαρύ ζεϊμπέκικο για τον Νίκο του Διονύση Σαββόπουλου, προσπαθώντας να δώσει το στίγμα του… επιτρεπτού! Γράφει: Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, ο Διονύσης Σαββόπουλος είχε κυκλοφορήσει το τραγούδι «Μακρύ ζεϊμπέκικο για τον Νίκο», που εξιστορούσε το φονικό στη «Νεράιδα». Το τραγούδι είχε λογοκριθεί. Την απαγόρευση έσπασε το «Τρίτο Πρόγραμμα» κατόπιν εντολής τού τότε διευθυντή του, Μάνου Χατζιδάκι, ο οποίος είχε αποκαλέσει «βλάκα» τον υπουργό που είχε τολμήσει να τον επιπλήξει γιατί, τάχα, διαφήμιζε τον δολοφόνο Κοεμτζή.

Παραβλέπω το γεγονός ότι αποφεύγει (να πω τεχνηέντως;) να αναφέρει ποιος υπουργός και επί ποιας κυβερνήσεως λογοκρίθηκε το τραγούδι-σύμβολο του Σαββόπουλου, γιατί προφανώς η αναφορά στα ονόματα του Καραμανλή και του Τσαλδάρη θα δημιουργούσε… διπλωματικό επεισόδιο! Το παραβλέπω και αντιγράφω τη συνέχεια: Ο Πιτσιρίκος δεν είναι Κοεμτζής: πρώτον και κύριον, φυσικά, δεν είναι φονιάς. Δεν αντικατοπτρίζει, όμως, τις αγωνίες, τα αιτήματα και τους κώδικες που εκείνη την εποχή συγκεντρώθηκαν στο πρόσωπο ενός μαχαιροβγάλτη. Ο Κοεμτζής δεν σκότωσε για να μιλήσει, σκότωσε γιατί τον έπνιξε η ίδια του η ζωή. Αντίθετα, ο Πιτσιρίκος εδώ και χρόνια προκαλεί για να του δώσουν λίγη σημασία. Η πράξη που τον καθιστά απεχθή δεν είναι η τραγική κατάληξη μιας ιστορίας, αλλά η χρυσή ευκαιρία να ξεδιπλώσει τη θεωρία του.

Σύγχυση ή παραλήρημα, το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο: φιγουρατζίδικες αναφορές χωρίς λόγο και αιτία. Κι ας η σκιά του «δολοφόνου-συγγραφέα» διαχέεται ως… πολιτικό υπονοούμενο. Η πιθανότητα βέβαια να ταυτίσει τον Κοεμτζή με τον Καλαμπόκα, μάλλον δεν… παίζει!

Τέλος, καλό θα ήταν να γνωρίζει (αυτός μα και όλοι μας) ότι το πρώτο «χτύπημα» λογοκρισίας που δέχτηκε το Θέατρο Τέχνης προήλθε από την κυβέρνηση του «εθνάρχη» Κωνσταντίνου Καραμανλή! Τότε που ο Τσάτσος ως υπουργός Πολιτισμού διέταξε την απαγόρευση των ιστορικών Ορνίθων! Γι’ αυτό, λίγη αυτοσυγκράτηση δεν βλάπτει. Το παρελθόν βοά!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου