Σάββατο 4 Ιουνίου 2016

ΜΙΑ "ΔΙΚΙΑ" ΜΑΣ ΤΑΙΝΙΑ




Επειδή η Μνήμη δεν «συντηρείται» μόνο με τα αγάλματα, τους σημαιοστολισμούς και τις πατριωτικές αφηγήσεις, ας φροντίσει κάποιος τοπικός φορέας να ενδιαφερθεί για την προβολή στην πόλη μιας πολύ σπουδαίας ταινίας με θέμα την εξολόθρευση των Ελληνοεβραίων κατά την διάρκεια της κατοχής. Κι αν ο δήμος Καβάλας «κωλύεται» να ανταποκριθεί σε μία τέτοια προτροπή (ένεκα και της «εθνικιστικής συνιστώσας» που –μειοψηφικά;– κατοικοεδρεύει στη διοίκησή του), πεδίον δόξης λαμπρό για τους υπολοίπους που επαγγέλλονται τους θεματοφύλακες της τοπικής μας Ιστορίας. Είτε πρόκειται για τα προσφυγικά σωματεία είτε για τους πολιτιστικούς συλλόγους είτε για τους πνευματικούς της ανθρώπους.

Όσο κι αν η ταινία του Κόνραντ Βολφ Stars–Η μπαλάντα ενός λαού μοιάζει (ή μπορεί και να είναι) «ξεπερασμένη» αισθητικά και δραματουργικά, εν τούτοις διατηρεί στα «κινηματογραφικά της σπλάχνα» αυτό που την καθιστά μοναδική και υπερπολύτιμη: να διαπραγματεύεται μία ιστορία που όμοιά της δεν έχει καταγραφεί ποτέ στο παγκόσμιο σινεμά! Την πορεία των Ελλήνων Εβραίων προς το Άουσβιτς, το Νταχάου, την Τρεμπλίνκα και τα άλλα ναζιστικά κρεματόρια και την προσωρινή μετεγκατάστασή τους σε ένα βουλγαρικό στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Αυτό και μόνον το γεγονός συνδέει άμεσα την υπόθεση της ταινίας με την Εβραϊκή Κοινότητα της Καβάλας, αφού χίλια τετρακόσια ογδόντα τέσσερα μέλη της (ουσιαστικά η συντριπτική της πλειοψηφία) ακολούθησαν τον Μάρτιο του 1943 την ίδια διαδρομή με αυτή που περιγράφει ο Κόντραντ Βολφ στο Stars.

Στο αφηγηματικό της μέρος, η ταινία «διαπραγματεύεται» τον έρωτα μιας Ελληνοεβραίας (στο ρόλο, η Βουλγάρα ηθοποιός Σάσα Κρουσάρσκα) με έναν αξιωματικό των Ναζί (ερμηνεύεται από τον Ανατολικογερμανό Γιούργκεν Φρόριεπ) μέσα στις τραγικές συνθήκες του στρατοπέδου που εκείνη τη χρονική περίοδο «φιλοξενούσε» πάνω από 20.000 ανθρώπους. Παρ’ ότι το «ρεαλιστικό» μέρος της ταινίας λειτουργεί καταλυτικά στην ατμόσφαιρά της, αυτό που κυριαρχεί ως συμβολισμός είναι η νίκη της ανθρώπινης αγνότητας απέναντι στο φασισμό, τον ρατσισμό και τις προκαταλήψεις. Επίτευγμα που διαμορφώνεται μέσα από μία «ερωτική περιπέτεια» απαλλαγμένη από μύθους και ρομαντισμούς.

Σε αυτήν τη «στερεότητα» άλλωστε οφείλει το Stars και το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής του Φεστιβάλ Καννών του 1959 (μέλος της οποίας ήταν τότε και ο Μιχάλης Κακογιάννης). Επίτευγμα μέγα, αν αναλογισθούμε ότι η ταινία προβάλλεται εν μέσω του Ψυχρού Πολέμου και με την παραγωγή της να «υπογράφεται» εξ ολοκλήρου από τα στούντιο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας.*

Αν όμως υπάρχει κάτι που την κάνει ακόμη πιο σημαντική καλλιτεχνικά, είναι ότι την χρονιά εκείνη «συναγωνίζονταν» στις Κάννες ο Αλέν Ρενέ με το Χιροσίμα, αγάπη μου, ο Φρανσουά Τρυφώ με τα 400 χτυπήματα και ο Λουίς Μπουνιούελ με το Ναζαρέν! Για την ιστορία, τον Χρυσό Φοίνικα είχε κερδίσει το Ορφέο Νέγκρο του Μαρσέλ Καμί.

Εξυπακούεται ότι στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, το Stars ήταν αδύνατο να βρει αίθουσα προβολής, πόσο μάλλον όταν όλα όσα συσχετίζονταν με το πογκρόμ των Ελλήνων Εβραίων, βρισκόταν εκείνη τη περίοδο στη «σκιά» της Ιστορίας, μιας και στο νέο καθεστώς είχαν αναρριχηθεί πολλοί παράγοντες του δημόσιου και πολιτικού βίου που είχαν εκτεθεί (άμεσα ή έμμεσα) υπέρ των Γερμανών. Και να μη μας διαφεύγει ότι την ίδια περίοδο ξεσπά στην Ελλάδα και την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας η υπόθεση Μέρτεν (γνωστού διώκτη των Ελληνοεβραίων στη Βόρεια Ελλάδα), με ό,τι αυτή «κουβαλάει» στα «ήθη» της νεότερης πολιτικής μας ιστορίας.

* Η ταινία υποβλήθηκε στο Φεστιβάλ των Καννών 1959 ως υποψηφιότητα της Βουλγαρίας και όχι της ΛΔΓ, αφού τότε η ΛΔΓ δεν αναγνωριζόταν διπλωματικά ως κράτος από τα δυτικά κράτη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου