Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2014

ΦΑΣΙΣΤΟΡΕΠΟΡΤΕΡ



Κάτι δεν πάει καλά στην πόλη της Μακεδονίας μας… Σε αυτό το αποκαλυπτικό συμπέρασμα καταλήγει το ρεπορτάζ της χουντοφασιστικής Ελεύθερης Ώρας για την Καβάλα, με αφορμή τα όσα συνέβησαν πριν και μετά τη ναζιστοσύναξη της Πατριωτικής Κίνησης για τα Ίμια. Τα στοιχεία και τα επιχειρήματα που συγκροτούν τον «εθνομηδενιστικό κατήφορο» της πόλης, καταγράφονται σε ένα παραληρηματικό μπουρδούκλωμα γλώσσας, σύνταξης και νοήματος και συνοψίζονται στα εξής:

Ένα: δικηγόροι προσκείμενοι στον ΣΥΡΙΖΑ σπεύδουν να συνδράμουν συλληφθέντες αριστεριστές που χρεώνονται κακουργήματα. Δύο: ο δήμαρχος δεν λέει στο κοινό τι γίνεται με την κατάληψη στην Βύρωνος 3 απ’ όπου ξεπήδησαν κάτι «φυντάνια» της τρομοκρατίας. Τρία: ο τούρκοι επισκέπτονται την πόλη με «σχέδιο» την εθνική και θρησκευτική μας αλλοίωση. Τέσσερα: υπάρχουν συνεχείς βεβηλώσεις του εθνικού μας συμβόλου από αναρχικούς και αλλοδαπούς.

Κατ’ αρχάς, ο «πειραγμένος» που υπογράφει το ρεπορτάζ (κάποιος ονόματι Νίκος Χιδίρογλου), καλό θα είναι να ξέρει ότι σε έναν άλλο (διαμετρικά αντίθετο με το δικό του) πολιτικό πολιτισμό, ο κάθε κατηγορούμενος έχει δικαίωμα στην επιλογή του συνηγόρου που αυτός επιθυμεί. Αν τώρα ο κουφιοκεφαλάκης φασίστας θέλει να μην υπάρχουν δικηγόροι που «πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ» και οι «αριστεριστές», οι «αναρχοάπλυτοι» και οι «τρομοκράτες» να δικάζονται με συνήγορο τον Πλεύρη φάδερ, δεν έχει παρά να προσφύγει στον πρόθυμο Αθανασίου για τα περαιτέρω.

Όμως, επειδή φασίστας και ψευτιά πάνε μαζί κι επειδή η συκοφαντία είναι το αγαπημένο του σπορ, δε θα διστάσει να «δώσει» κομματικό στίγμα σε δύο δικηγόρους της πόλης (των οποίων η κοινωνική και επαγγελματική τους διαδρομή κοσμεί τον τόπο όπου ζουν και εργάζονται) στοχοποιώντας τους με τον «τρόπο του ασφαλίτη». Ενδεχομένως και του μπράβου.

Παρακάτω: το ότι ο δήμαρχος δε λέει τι γίνεται στην κατάληψη της Βύρωνος 3 είναι αλήθεια. Κατά τη γνώμη μου, θα έπρεπε. Θα έπρεπε, ας πούμε, να έλεγε ότι ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι (και όχι… κτίριο), αντί να ρημάζει και να βρωμίζει, έχει γίνει τόπος δεκάδων πολιτιστικών εκδηλώσεων που η τύφλα και η αγραμματοσύνη των κάθε λογής «πατριωτών» ουδέποτε πρόκειται να καταλάβει και να αισθανθεί. Θα έπρεπε επίσης να έλεγε ότι τα «αναρχοκουμούνια» που το συντηρούν και το προσέχουν, είναι αυτά που πρώτα (στην κυριολεξία όμως) αντιστάθηκαν στα οικολογικά εγκλήματα που κατά καιρούς μάς επιφύλασσαν οι διάφοροι «επενδυτές» (ενίοτε και φίλοι–τροφοδότες των διάφορων εθνοπατριωτικών συλλόγων).

Πάντως, με την ευκαιρία, να συμβουλέψω τον σαχλαμάρα «ρεπόρτερ», την άλλη φορά να βρει να εμπιστευτεί καλύτερους (για πιο έξυπνους δεν το συζητάω καν) πληροφοριοδότες–ρουφιάνους, ώστε να μη λέει μπούρδες και γελοιοποιείται. Η κατάληψη δεν είναι «νυχτερινό κέντρο»! Μετά βεβαιότητας τού λέω λοιπόν ότι στο αυτοδιαχειριζόμενο μπαρ της κατάληψης δεν ακούστηκε ποτέ Σφακιανάκης και Γονίδης. Κάτι Μπι Μπι Κινγκ, καμία Μπιοργκ και Νατάσα Άτλας, κανένας Ψαραντώνης… Τέτοια «περίεργα» και… αντεθνικά!

Όσο για τους Τούρκους επισκέπτες, ας κάνει τον κόπο να πάει να τα πει στην αγορά όλα αυτά τα ωραία περί «πρακτόρων». Στους ξενοδόχους, τους εμπόρους, τους μαγαζάτορες. Και μετά –αν προλάβει να περάσει από τις Καμάρες– να έρθει να μου τρυπήσει τη μύτη. Στον Μεντρεσέ θα τρέχει να κρυφτεί από τα γιούχα και τις πρόγκες.

Έμεινε η σημαία. Για άλλους ένα πανί «μίας χρήσης», περιφερόμενο στα στάδια της ολυμπιακής  ντόπας, για άλλους ένα ιδεολογικό φετίχ στα όρια του μαζοχισμού, για άλλους μία «παντέρια ευκαιρίας» και για άλλους… το ίδιο τους το αίμα. Αυτοί λοιπόν που το έχυσαν στα λεύτερα βουνά της Ελλάδας, αυτοί που έδωσαν τις ζωές τους για τη λευτεριά της πατρίδας τους, δεν έχουν καμία ανάγκη να την ανεμίζουν σε μπαλκόνια και αυτοκίνητα και να την «χτυπάνε» τατουάζ κάποιοι στα παραγεμισμένα μπράτσα τους. Την κουβαλάνε μέσα τους και την τιμάνε με τη σιωπή και τις θυσίες τους.

Να τελειώνουμε πια με το «παιχνίδι της σημαίας». Μπουχτήσαμε από «νάιλον υπερπατριωτισμό» και κραυγές μισαλλοδοξίας. Χορτάσαμε από «ελληνοφροσύνη». Πήξαμε στην καπηλεία. Γι’ αυτό, σεμνά…

Υ.Γ.:
Έχοντας «στην τσέπη» την καταδίκη των δύο αντιεξουσιαστών, ο εν λόγω «δημοσιογράφος» έπλεκε την παραμονή της απόφασης το εγκώμιο του Εισαγγελέα Καβάλας με τα παρακάτω λόγια: Μόνη ελπίδα είναι ο νέος και κεφάτος για δουλειά εισαγγελέας που έφτασε στην πόλη… Πράγματι, ο εισαγγελέας αποδείχτηκε ιδιαίτερα «κεφάτος» αφήνοντας ελεύθερους τους δύο κατηγορούμενους. Και άντε τώρα να «μαζέψεις» τους χαρακτηρισμούς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου